Άγιος Λουκάς ο Ιατρός: Η ωραιότητα μίας τελείας Χειρουργικής

 

 

                                                      ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ

# Εστιάζει στο πεδίο χειρουργικής του οφθαλμού και στις πυογόνες λοιμώξεις – Ξεχωρίζει από νωρίς στην «επείγουσα» χειρουργική
# Εφαρμόζει πρωτοποριακές μεθόδους στις ακραίες περιοχές της Σιβηρίας – Αποκτάει «φοβερά» φήμη στη χειρουργική του ματιού
# Επιτυγχάνει «περιοχική αναισθησία» – κάτω άκρα, πάνω άκρα – για πρώτη φορά στη Ρωσία
# Κάνει πράξη σε παγκόσμιο χειρουργικό επίπεδο τα «πρακτικώς ανέφικτα»
# Εξετάζει επιμελώς 300 κρανία διά να εισέλθει διά βελόνης
# Χειροτονείται πρεσβύτερος και εξακολουθεί να χειρουργεί
# Επιστρέφει 130.000 ρούβλια από το Βραβείο Στάλιν
# Εξέταζε και θεράπευε ασθενείς σε όλα χωριά που περνούσε
# 1941 – «Πολεμική Χειρουργική υπό συνθήκας εκστρατείας»
# Μετάλλιο μετά τη λήξη του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου
# Στις δυσκολότερες χειρουργικές επεμβάσεις ωσότου απώλεσε το φως του
# Αν και τυφλός, διέγνωσε αδιάγνωστη νόσο μόνο εκ του ιστορικού
# ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΤΡΑΥΜΑΤΙΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ – Όταν η αντιβίωση ήταν σπάνια, προείχε η επέμβασις
# ΣΥΓΓΡΑΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΤΟΥ ΙΑΤΡΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΑΤΡΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΩΣ ΤΑ ΣΗΜΕΡΑ

Πάντοτε, έχουμε κατά νου, το να μην κλέψει η λήθη τα διακεκριμένα κείμενα. Όπως αυτό του κ. Σταύρου Μπαλογιάννη, Ομότιμου Καθηγητού Ιατρικής ΑΠΘ στην Ιατρική Επιθεώρηση ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ (2015) απ' όπου φωτίζουμε το κύριο σώμα αλλά και τις υποσημειώσεις επί της διακονίας του Αγίου Λουκά του Ιατρού και την ισόβια ορθοστασία ενός κορυφαίου σε παγκόσμιο επίπεδο ιατρού - χειρουργού.
Τόσο οι σπουδαστές της Ιατρικής, όσο και οι νέοι χειρουργοί, παρακολουθούσαν τον Άγιο να χειρουργεί σε διαδοχικά δυσχερή περιστατικά μετά μεγίστης προσοχής και παροιμιώδους σοβαρότητας επιδιώκοντας το τέλειο αποτέλεσμα της εγχειρητικής επεμβάσεως κατά το θέλημα του Θεού.
Ο Άγιος σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Κιέβου και το 1903 σε ηλικία 26 ετών έλαβε το δίπλωμα της Ιατρικής μετά επαίνων (cum laude) από την Ιατρική Σχολή του Αγίου Βλαδιμήρου. Ήδη, από το 1898, όταν ενεγράφη στην Ιατρική, έδειξε ιδιαίτερο ενθουσιασμό στη μελέτη της ανατομικής και της χειρουργικής σε τέτοιο βαθμό ώστε οι συμφοιτητές του να θεωρούν βέβαιο ότι θα εξελίσσονταν σε Καθηγητή της ανατομικής.
Εργάστηκε αρχικά ως αγροτικός ιατρός ειδικευθείς στη συνεχεία στη Χειρουργική ενδιατρίβοντας παράλληλα στο πεδίο της χειρουργικής του οφθαλμού.
Το 1904, άρχισε ο Ρώσο-Ιαπωνικός πόλεμος όπου ο Άγιος μετείχε ως χειρουργός, εργαζόμενος στο Νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού στην πόλη Τσιτά (Чита́) προκαλώντας ιδιαιτέρως την προσοχή του το καίριο των λοιμώξεων προκαλούμενες υπό πυογόνων κόκκων τις οποίες συνεχώς αντιμετώπιζε στις επεμβάσεις του.
Στο Νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού, το 1904, υπήρχαν δύο τμήματα χειρουργικής, το ένα εκ των οποίων ανατέθηκε στον Άγιο που ασκούσε με μεγάλη επιτυχία την επείγουσα χειρουργική, αντιμετωπίζοντας την ίδια ώρα με την ίδια αξιοπρόσεκτη επιτυχία και όλα τα άλλα χρόνια χειρουργικά.
Μετά την εργασία στην πόλη Τσιτά, εργάσθηκε σε μικρά Νοσοκομεία της Σιβηρίας στο Αντάτοβ, στο Βέρκνου Λιούμπαζ της επαρχίας του Κούρτσκ υπό ιδιαιτέρως δυσμενείς συνθήκες άνευ οιασδήποτε εργαστηριακής υποστήριξης.
Είναι άξιο θαυμασμού ότι εγχειρίζοντας και θεραπεύοντας στις περιοχές της Σιβηρίας, κατάφερε από τους πάγους να ασκήσει την πλέον προηγμένη για την εποχή του Ιατρική, συμβουλευόμενος σύγχρονα συγγράμματα μετ’ εφαρμογής δικών του πρωτοποριακών θεραπευτικών μεθόδων.
Τόσο πολύ αναγνωρίστηκε ώστε να έρχονται καθημερινά ασθενείς από περιοχές της υπόλοιπης Ρωσίας μόνο και μόνο για να βρουν εκείνον και να του καταθέσουν την ελπίδα τους. Ιδιαιτέρως χαρισματικός ήταν ως χειρουργός του οφθαλμού όπου πολλοί απωλέσαντες την όρασή τους, έβλεπαν ξανά, γεγονός το οποίο αύξησε και επεξέτεινε υπερβολικά τη φήμη του σε ολόκληρη τη Σιβηρία.
Επί των πυογόνων λοιμώξεων ασχολήθηκε σε πρωτόγνωρο επιστημονικό βάθος και σε τέτοια έκταση που μόνον οι ειδικοί θα μπορούσαν να αξιολογήσουν το πόσο μέσα στη μελέτη καταδύθηκε, δεδομένου ότι ως επαρχιακός ιατρός εργάσθηκε επί δεκατρία έτη αντιμετωπίζοντας τον θάνατο προερχόμενο από τους μικροβιακούς παράγοντες, οι οποίοι, λόγω των υποτυπωδών συνθηκών υγιεινής, ήταν η συνηθέστερη αιτία των απωλειών, κατά την παιδική κυρίως ηλικία, επί των υποστάντων τραυματικές κακώσεις.
Ευρισκόμενος στο Περεσλάφ Ζαλέσκι, ο Άγιος ξεκίνησε να συγγράφει τα πρώτα κεφάλαια του συγγράμματος του επί της χειρουργικής θεραπείας των πυογόνων λοιμώξεων, αντλώντας αθροίσματα εμπειριών από τις μαραθώνιες χωρίς σταματημό επεμβάσεις κατόπιν εκτενούς προσευχής εντός του Χειρουργείου ενώπιον της εικόνος της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, ποιών το σημείο του Σταυρού επί του σημείου του σώματος του ασθενούς εις το οποίον επρόκειτο κατόπιν να επέμβει.
Το 1915, συγγράφει έργο υπό τον τίτλο «Περιοχική αναισθησία» (Регионарная анестезия), υπό μορφή διδακτορικής διατριβής που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της παραμονής του Αγίου στη Μόσχα όπου εργάζονταν υπό την επίβλεψη των καθηγητών Διακόνωφ και Ράϊν, πλησίον των οποίων απασχολήθηκε ως εξωτερικός βοηθός και του καθηγητού Καρούζιν στο τμήμα της τοπογραφικής ανατομικής.
Στο πλαίσιο διατριβής του, ήταν που πραγματοποίησε επιτυχώς, για πρώτη φορά στη Ρωσία περιοχική αναισθησία εις τα κάτω άκρα διά διηθήσεως του ισχιακού νεύρου, στα δε άνω άκρα διά διηθήσεως του μέσου νεύρου. Βιβλιογραφικά εδραίωνε τις πρωτοποριακές για την Ρωσία μεθόδους του επί του προσφάτου συγγράμματος του Γερμανού καθηγητού Heinrich Braun, το οποίο αναφέρονταν στην τοπική αναισθησία.
Οι γνώσεις του Αγίου στην ανατομική και ιδίως επί της πορείας των νεύρων συνέβαλαν τα μέγιστα στην επιτυχία των παρεμβάσεων του επί της αισθητικότητος των μελών του σώματος, πολλές από τις οποίες γίνονταν για πρώτη φορά παγκοσμίως παρά το γεγονός ότι χαρακτηρίζονταν στο σύγγραμμα του Braun ως πρακτικώς ανέφικτες λόγω της δυσχέρειας στην εφαρμογή τους.
Τα αποτελέσματα των εργασιών του, τα οποία ανακοίνωσε στην χειρουργική εταιρεία της Μόσχας, προκάλεσαν ιδιαίτερη εντύπωση στον χειρουργικό κόσμο της Ρωσίας. Η υποστήριξη της διατριβής του επί της περιοχικής αναισθησίας πραγματοποιήθηκε το 1916, όταν ο Άγιος ζούσε πλέον στο Περεσλάβλ.
Για την εν λόγω διατριβή, του απενεμήθη υπό του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας το ιδιαίτερης βαρύτητας βραβείο Hojnacki ανερχόμενο στα 900 χρυσά ρούβλια, απονεμόμενο στον εκπονούντα την εκάστοτε καλύτερη επιστημονική εργασία, η οποία θα ηδύνατο να διανοίξει νέες οδούς στο πεδίο της Ιατρικής.
Ο Άγιος Λουκάς ασχολήθηκε σε έκταση επί πολλά έτη μετά της περιοχικής αναισθησίας και ήταν ο πρώτος, ο οποίος προέβη στην θεραπευτική αντιμετώπιση της νευραλγίας του τριδύμου νεύρου διά ενέσεως αναισθητικού παράγοντος στο στρογγύλον τρήμα, διά του οποίου εξέρχεται εκ του κρανίου ο δεύτερος κλάδος του τριδύμου νεύρου. Όπως ο ίδιος ανέφερε, εξέτασε επιμελώς τριακόσια κρανία, διά να εξεύρη τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο για να εισέλθει διά βελόνης, κατά την τοπική αναισθησία, στο στρογγύλον τρήμα, το οποίο βρίσκεται στη βάση του κρανίου.
Το 1917, μετέβη στην Τασκένδη για να αναλάβει τη διεύθυνση της Χειρουργικής κλινικής του Νοσοκομείου της πόλεως για την οποίαν υπήρχαν πολλοί υποψήφιοι και αναμένονταν ανταγωνισμός σε περίοδο κατά την οποία η πόλη διήρχετο δυσμενείς οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, δεδομένου ότι λίγο αργότερο άρχισε ο πόλεμος μεταξύ της φρουράς της πόλεως και των τουρκομάνων με οδυνηρές επιπτώσεις στη ζωής της πόλης.
Εν μέσω ταραχών ως συνέπεια των συνεχών επαναστατικών και αντιεπαναστατικών κινημάτων, ο Άγιος συνελήφθη λόγω προσωπικής αντιθέσεως μετά ενός εκ των υπαλλήλων του νοσοκομείου και αφέθη ελεύθερος, ως εκ θαύματος, σε περίοδο κατά την οποίαν η σύζυγος του διήρχετο τις τελευταίες μέρες της ζωής της.
Την 21η Φεβρουαρίου του 1921 χειροτονείται σε διάκονο και την επομένη βδομάδα σε πρεσβύτερο υπό του επισκόπου Ιννοκεντίου. Λειτουργούσε έκτοτε στον Καθεδρικό Ναό της Τασκένδης , ασχολούμενος σε βάθος μετά του θείου κηρύγματος στα πλαίσια του οποίου ασκούσε ισχυρή κριτική επί του υλισμού, αντιμετωπίζοντας πολλάκις δημοσίως και με επιτυχία τον πρωθιερέα Λοπάκιν, ο οποίος αρνούμενος την Ορθοδοξία ηγήθηκε της αντιθρησκευτικής εκστρατείας στην Κεντρική Ασία.
Συγχρόνως, εξακολούθησε να χειρουργεί και να έχει την ευθύνη της χειρουργικής κλινικής στο Νοσοκομείο της Τασκένδης ενώ παράλληλα εκλέγεται Καθηγητής της Τοπογραφικής Ανατομικής και της Χειρουργικής εις το αυτό Πανεπιστήμιο όπου εργάστηκε τόσο στον διδακτικό τομέα όσο και στον τομέα της οργανώσεως και της επιστημονικής αναβαθμίσεως του.
Δίδασκε Τοπογραφική Ανατομική επί αληθινών πτωμάτων. Οι διαλέξεις, τις οποίες έδινε, συγκέντρωναν πληθώρα σπουδαστών από όλα τα έτη της Ιατρικής και από διάφορες άλλες σχολές.
Δίδασκε την Τοπογραφική Ανατομική επί πτωμάτων επί των οποίων προέβαινε εκ παραλλήλου σε παρατηρήσεις επί των πυογόνων λοιμώξεων τις οποίες ενσωμάτωσε στο σύγγραμμα του “Παρατηρήσεις επί της χειρουργικής θεραπείας των εμπυηθέντων τραυμάτων”, το οποίο εκδόθηκε σε 60.000 αντίτυπα και για το οποίο τιμήθηκε με το πρώτης Τάξεως Βραβείο Στάλιν.
Τα πτώματα φέρνονταν στο Πανεπιστήμιο της Τασκένδης καθημερινά κατά δεκάδες από την περιοχή του Βόλγα δεδομένου ότι οι φλεγμονώδεις παθήσεις, οι λοιμοί και οι στερητικές καταστάσεις αποδεκάτιζαν τα έτη εκείνα τον τοπικό πληθυσμό.
Το βραβείο Α΄ ταξεως, το οποίο απενεμήθη στον Άγιον ανέρχονταν σε 200.000 ρούβλια εκ των οποίων τα 130.000 ζήτησε ο Άγιος διά τηλεγραφήματος του προς τον Στάλιν να διατεθούν «διά τα ορφανά θύματα των φασιστών τυράννων». Ο Στάλιν αποδέχθηκε την προσφορά εκφράζοντας διά τηλεγραφήματος την ευγνωμοσύνη της κυβερνήσεως της Σοβιετικής Ενώσεως για την φροντίδα του Αγίου για τα ορφανά.
Η ενεργή απονομή του βραβείου έλαβε χώρα εν μέσω πολλών δυσχερειών στις 2 Δεκεμβρίου του 1946 στο γραφείο του προέδρου της εκτελεστικής επιτροπής της Κριμαίας καθώς το Σοβιετικό καθεστώς ήταν αμήχανο απέναντί του. Τον χρειάζεται, τον βραβεύει, τον φυλακίζει, τον εξορίζει, τον εξευτελίζει.
Ο Άγιος χειροτονηθείς εις Επίσκοπον υπό το όνομα Λουκάς την 18/31 Μαΐου του 1923 στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου στην πόλη Τατζίκ του Πέντζικεντ, 90 βέρστα από την Σαμαρκάνδη υπό των επισκόπων Δανιήλ του Βολχώφ και Βασιλείου του Σουζντάλ, οι οποίοι παρέμεναν πιστοί στην επίσημη Εκκλησία της Ρωσίας, ξεκίνησε τότε την επίπονη πορεία προς τον δικό του Γολγοθά.
Μία εβδομάδα από της επιστροφής του Επισκόπου Λουκά στην Τασκένδη, τη δευτέρα Κυριακή από της χειροτονίας του, συνελήφθη υπό της σοβιετικής μυστικής αστυνομίας (ΓΠУ ή Государственное Политическое Управление) και μετά από μακρά ανάκριση για τις πολιτικές πεποιθήσεις του, εστάλη επί 11 έτη στη φυλακή σε εξορία χωρίς να υπάρξει και να αποδειχτεί οιαδήποτε ενοχή.
Ο Επίσκοπος Λουκάς εστάλη αρχικά στη Μόσχα όπου τον έκλεισαν στις φυλακές Μπουτιρσκάγια σε τμήμα ποινικών καταδίκων υπό άθλιες συνθήκες και εν συνεχεία μεταφέρθηκε βαδίζων διά των οδών της Μόσχας εν μέσω άλλων καταδίκων στη φυλακή Ταγκάσκαγια όπου κλείσθηκε στην πτέρυγα των πολιτικών κρατουμένων.
Τον χειμώνα του 1923 μετέφεραν τον Άγιο στις φυλακές του Τυουμέν υπό συνθήκες πλημμελούς υγείας, ενώ, εν συνεχεία, μεταφέρθηκε στο Όμσκ, στο Νοβοσιμπίρσκ, στο Κρανογιάρσκ και στο Γενισέϊσκ. Καθ’ οδόν υπέστη ταπεινώσεις, προσβολές, ειρωνείες, έγινε αντικείμενο κλοπών, προπηλακισμών, διατηρώντας εν τούτοις την εσωτερική ειρήνη, την ευγένεια, ευεργετών και ασκών το ιατρικό του λειτούργημα και ιερουργών, όταν ηδύνατο.
Στο Νοσοκομείο του Γενισέϊσκ προέβαινε κατά παράκληση των εκεί υπηρετούντων ιατρών σε μεγάλες χειρουργικές επεμβάσεις, σε οφθαλμολογικές εγχειρίσεις, ενίοτε δε και σε μεγάλες γυναικολογικές επεμβάσεις, ενώ την ίδια ώρα στην κατοικία του εξέταζε και θεράπευε δεκάδες ασθενείς.
Εν τέλει εστάλη στον τελικό προορισμό της εξορίας του, στην πόλη Χάγια επί του ποταμού Τσούνγια, παραποτάμου του ποταμού Ανγκαρά, όπου παρέμεινε επί δύο μήνες, ασκώντας τόσο το ιατρικό όσο και το ιερατικό λειτούργημα του.
Εν συνεχεία, επέστρεψε, κατόπιν διαταγής στο Γενισέϊσκ, όπου τον έκλεισαν σε κελλί υπό άθλιες συνθήκες, εστάλη δε ακολούθως στο Τουρουχάνσκ.
Σε δεδομένη στιγμή, κατ’ απαίτηση των κατοίκων του Τουρουχάνσκ, οι οποίοι στερήθηκαν της ιατρικής προσφοράς του Αγίου, δόθηκε η δυνατότητα να επιστρέψει εκεί και να εξακολουθήσει να εργάζεται στο Νοσοκομείο της πόλεως, κατά τους οκτώ μήνες της παραμονής του, εν μέσω των Ρώσων και των Τούνγκους.
Αργότερα του επετράπη να εγκατασταθεί στο Κρασνογιάρσκ στο οποίο μετέβη μετά από επίπονο ταξίδι ενός μηνός διά του ποταμού Γενισέϊ, κατά τη διάρκεια του οποίου εξέταζε και θεράπευε ασθενείς σε όλα τα χωριά. Ιδιαιτέρως, ευεργετούντο οι πάσχοντες από οστεομυελίτιδα, οφθαλμολογικά νοσήματα και ιδίως εκ τραχώματος εν μέσω των Εβένκων και του ευρυτέρου πληθυσμού, οι οποίοι θεραπευόμενοι πάντοτε εξέφραζαν προς τον Άγιον την πηγαία ευγνωμοσύνη τους.
Όμως, στο Κρασνογιάρσκ η παραμονή του υπήρξε βραχία, καθ’ όσον του επετράπη υπό των τοπικών αρχών να επανέλθη στην Τασκένδη, όπου άρχισε να ασκεί το αρχιερατικό του λειτούργημα εν μέσω ανεκδιηγήτων δυσχερειών. Εκ παραλλήλου, ο Επίσκοπος δέχονταν και θεράπευε συνεχώς ασθενείς στην οικία του.
Το θέρος του 1941, επελθούσης της Γερμανικής εισβολής στη Ρωσία, εκλήθη να υπηρετήσει ως κύριος επί κεφαλής χειρουργός στο στρατιωτικό Νοσοκομείο 1515 των μετόπισθεν στο το Κράσνογιαρσκ το οποίο περιελάμβανε δέκα χειρουργικά τμήματα, αναπτυχθέντα σε τέσσερις πτέρυγες, εργαζόμενος επί διετία, χειρουργώντας και περιθάλποντας τραυματίες, αναλαμβάνοντας επεμβάσεις, οι οποίες, είτε δεν αναλαμβάνονταν υπό άλλων νοσοκομείων είτε πραγματοποιούνταν χωρίς να φέρουν τα αναμενόμενα θετικά αποτελέσματα.
Ο Άγιος ανέπτυξε σε βάθος και επιτυχώς «την πολεμικήν χειρουργικήν υπό συνθήκας εκστρατείας», δεχόμενος καθημερινά την έκφραση της ευγνωμοσύνης των τραυματιών, οι οποίοι υπό συνεχή ροή μεταφέρονταν από τα πεδία των μαχών.
Μετά την λήξη του πολέμου παρέδωσε το κορυφαίο ιατρικό – χειρουργικό σύγγραμμα του υπό τον τίτλο «Όψιμος εκτομή των επιμολυνθέντων τραυμάτων των μεγάλων αρθρώσεων», ενώ για την πολύτιμη ιατρική προσφορά του κατά τη διάρκεια του πολέμου, του απενεμήθη μετάλλιο «Διά την επάξιον προσφοράν του, κατά την διάρκειαν του μεγάλου πατριωτικού πολέμου κατά τα έτη 1941- 1945». Η δε η Ιερά Σύνοδος, διά του Μητροπολίτου Σεργίου, του απένειμε τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου, ασκώντας έκτοτε το Αρχιερατικό λειτούργημα σε μικρό ναό των κοιμητηρίων του Κρασνογιάρσκ.
Μετά την λήξη της εξορίας του, το 1943, ο Αρχιεπίσκοπος Λουκάς επέστρεψε στη Μόσχα και του ανετέθη το Ταμπώφ όπου άσκησε μετά μεγίστης ευλαβείας τα αρχιερατικά του καθήκοντα συνεχίζοντας εκ παραλλήλου την προσφορά του στον πάσχοντα άνθρωπο, ασκώντας την χειρουργική στα νοσοκομεία της πόλεως.
Τον Μάϊο του 1946, του ανετέθη η Αρχιεπισκοπή της Συμφεροπόλεως στην Κριμαία όπου και υπηρέτησε μετά αυτοθυσίας επί δεκαπέντε έτη. Συγχρόνως, ασκούσε την χειρουργική, έχοντας θέση συμβούλου στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο αναπήρων του μεγάλου πατριωτικού πολέμου, διδάσκοντας και χειρουργώντας κατά υποδειγματικό τρόπο τις δυσκολότερες χειρουργικές περιπτώσεις, πραγματοποιώντας διαλέξεις στο Ιατρικό Ινστιτούτο Κριμαίας παρά τις δυσχέρειες ως τη ημέρα της οριστικής απώλειας της οράσεώς του.
Η ιατρική σκέψη του παρέμεινε διαυγής, ακμαία και εύστοχη, μέχρι την κοίμησή του, στις 11 Ιουνίου του 1961, Κυριακή των Αγίων Πάντων.
Όταν ο Άγιος ήταν σε ηλικία 80 ετών και στερείτο της οράσεως του, προσεκόμισαν σ' αυτόν ένα νέο παιδί βαρέως πάσχον που κατεβάλλετο σταδιακώς υπό αδιαγνώστου πάθησης παρά τις ως τότε διαγνωστικές προσεγγίσεις υπό άλλων ιατρών. Ο Άγιος διέγνωσε επιτυχώς την νόσο, μόνο εκ του ιστορικού και εν συνεχεία θεράπευσε το παιδί επιτυχώς.
Η ΩΡΑΙΟΤΗΤΑ ΜΙΑΣ ΤΕΛΕΙΑΣ ΧΕΙΡΟΥΓΙΚΗΣ ΚΑΤ’ ΕΥΔΟΚΙΑΝ ΘΕΟΥ
Περαιτέρω, ο Καθηγητής Ιατρικής, κ. Σταύρος Μπαλογιάννης, εν μέσω της εκτεταμένης, μικρής διατριβής του πάνω στην ισόβια ιατρική – χειρουργική διακονία του Αγίου Λουκά του Ιατρού, επισημαίνει τα εξής:
«Η παραδειγματική εργατικότης του, ενέπνεεν τους σπουδαστάς του και εδίδασκεν αυτούς την αξίαν της ακαταπονήτου προσπαθείας και την ωραιότητα της αξιοποιήσεως εκάστης χρονικής στιγμής, διά την γνωσιολογικήν και πνευματικήν συγκρότησιν και διά την προσφοράν εις τον πάσχοντα, τον σπουδαστήν, τον νέον επιστήμονα και την κοινωνίαν, ευρύτερον. Τόσον οι σπουδασταί της Ιατρικής όσον και οι νέοι χειρουργοί παρηκολούθουν αυτόν να χειρουργή επί ώρας σειράν περιστατικών μετά μεγίστης προσοχής επιδιώκων πάντοτε το τέλειον αποτέλεσμα της εγχειρητικής παρεμβάσεως».
«Η βαθεία αγάπη προς τον Κύριον διά της αγάπης προς τον πάσχοντα άνθρωπον»
«Η βαθεία επιστημονική συγκρότησις, η συνεχής έφεσις προς γνώσιν, η προσπάθεια διανοίξεως νέων οδών εις την χειρουργικήν έρευναν, η εγχειρητική δεινότης, το θάρρος, η επιμονή, η ακαταπόνητος εργατικότης, η βαθεία αγάπη διά την μετάδοσιν και μεταλαμπάδευσιν των γνώσεων και των πνευματικών αξιών και κυρίως η βαθεία αγάπη προς τον Κύριον, η οποία εξεφράζετο διηνεκώς, διά της αγάπης προς τον πάσχοντα άνθρωπον ήσαν τα κύρια στοιχεία του ακαδημαϊκού περιγράμματος του Αγίου, ως καθηγητού της Ιατρικής».
«Υπήρξεν ούτος αντικείμενον βαθέος σεβασμού»
«Υπήρξεν ούτος αντικείμενον βαθέος σεβασμού και αγάπης υπό των σπουδαστών αυτού, οι οποίοι επί τη βάσει του ζώντος και σταθερού παραδείγματος του, προσανατολίζοντο εις μίαν ιατρικήν αγάπης και θυσίας διά τον πάσχοντα».
«Το έργον της ιεράς ταύτης επιστήμης»
«Η βαθεία μέθεξις του ιδίου, έργοις και λόγοις, εις τον πόνον του πάσχοντος, εις τας θλίψεις του, τας κακουχίας, την ένδειαν και ενίοτε την κοινωνικήν απόρριψιν αυτού εγένετο αντιληπτή υπό των σπουδαστών του, οι οποίοι κατενόουν ότι το έργον της ιεράς ταύτης επιστήμης συνίστατο ουχί μόνον εις την θεραπείαν του πάσχοντος σώματος αλλά εις την θεραπείαν, ανάταξιν, αναβάθμισιν, αναμόρφωσιν και αποκατάστασιν της αρμονίας όλης της ψυχοσωματικής υποστάσεως του ανθρωπίνου προσώπου».
Η ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΧΙΛΙΑΔΩΝ ΤΡΑΥΜΑΤΙΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ – Όταν η αντιβίωση ήταν σπάνια, προείχε η επέμβασις
Η ζωντανή γραφίδα του Καθηγητού κ. Σταύρου Μπαλογιάννη, επισημαίνει την σωτήρια χρησιμότητα των ιατρικών – χειρουργικών, πρωτοτύπων συγγραμμάτων του Αγίου Λουκά του Ιατρού σε εποχή κατά την οποία η εφαρμογή αντιβιώσεως ήταν ιδιαιτέρως δυσχερής στη Ρωσία και άρα η χειρουργική αντιμετώπιση ήταν η μόνη δυνατότητα επιβίωσης των πασχόντων:
«Το σύγγραμμα του Αγίου επί των πυογόνων λοιμώξεων, εκδοθέν το πρώτον το 1934, ετιμήθη αφ’ ενός μεν διά του βραβείου Στάλιν το 1946, αφ’ ετέρου δε εξεδόθη τρείς φοράς, κατά την διάρκειαν της ζωής του Αγίου, της τρίτης εκδόσεως γενομένης το 1956, πέντε έτη προ της κοιμήσεως αυτού».
«Εις εποχήν κατά την οποίαν η εφαρμογή αντιβιώσεως ήτο ιδιαιτέρως δυσχερής εις την Ρωσσίαν, η ορθή χειρουργική αντιμετώπισις των πυογόνων λοιμώξεων απετέλη την μόνην δυνατότητα επιβιώσεως των πασχόντων εκ πυωδών συλλογών, εστιακών φλεγμονών και επιμολυνθέντων και εμπυηθέντων τραυμάτων».
«Η πολυτιμότης του εν λόγω συγγράμματος κατεδείχθη ιδίως κατά την διάρκειαν του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, όταν η εφαρμογή των εχειρητικών μεθόδων, αι οποίαι τόσον αναλυτικώς και επακριβώς περιεγράφοντο εις αυτό, κατέστησαν εφικτήν την επιβίωσιν χιλιάδων τραυματιών, οι οποίοι καθημερινώς αντιμετωπίζοντο εις τα στρατιωτικά νοσοκομεία και τα ορεινά χειρουργεία, κατά τας στρατιωτικάς επιχειρήσεις και τας συνεχείς αιματηράς μάχας εναντίον των Γερμανών εισβολέων».
ΣΥΓΓΡΑΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΑΤΡΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΩΣ ΤΑ ΣΗΜΕΡΑ
Σήμερα, όπου τα ανθεκτικά στην αντιβίωση μικροβιακά στελέχη αναπτύσσονται σε αυξημένη συχνότητα στις χειρουργικές μονάδες και τους νοσηλευτικούς χώρους, η αξία του συγγράμματος του Αγίου Λουκά επί της χειρουργικής αντιμετώπισης των πυογόνων λοιμώξεων, αναγνωρίσθηκε, όπως αποδείχθηκε διά των πολλών, συγχρόνων μεταφράσεων αυτού σε διάφορες γλώσσες και διά της συχνής εφαρμογής των πρωτοποριακών μεθόδων, τις οποίες εισήγαγε και περιέγραψε εκτενώς ο Άγιος.
ΠΗΓΕΣ:
ΟΜΟΤΙΜΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΑΠΘ κ. ΣΤΑΥΡΟΥ ΜΠΑΛΟΓΙΑΝΝΗ – Ο Άγιος Λουκάς ο Συμφεροπόλεως, ως Ιατρός, Ακαδημαϊκός διδάσκαλος και συγγραφεύς – ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ, ΤΟΜΟΣ 52, ΤΕΥΧΟΣ 3, ΙΟΥΛΙΟΣ-ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ, 2015 -www.encephalos.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΥΤΟΥΣΙΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΟΜΟΤΙΜΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΑΠΘ κ. ΣΤΑΥΡΟΥ ΜΠΑΛΟΓΙΑΝΝΗ – Ο Άγιος Λουκάς ο Συμφεροπόλεως, ως Ιατρός, Ακαδημαϊκός διδάσκαλος και συγγραφεύς – ΕΓΚΕΦΑΛΟΣ, ΤΟΜΟΣ 52, ΤΕΥΧΟΣ 3, ΙΟΥΛΙΟΣ-ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ, 2015 -www.encephalos.gr


Πρώτη δημοσίευση Κώστας Γ. Παναγόπουλος, Άγιος Λουκάς, Η ωραιότητα μίας τελείας Χειρουργικής, www.orthodoxianewsagency.gr, 9 Φεβρουαρίου 2020


Δημοφιλείς αναρτήσεις